- ἐπιγονῇ
- ἐπιγονήincreasefem dat sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
επιγονή — ἐπιγονή, η (AM) (για ζώα) παραγωγή, γεννήματα αρχ. 1. αύξηση, ανάπτυξη 2. γένος, ράτσα 3. οι απόγονοι ξένων στρατιωτικών εποίκων στην Αίγυπτο. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + γον ή (< γί γν ομαι), τ. που εμφανίζει την ετεροιωμένη βαθμίδα τού αρχικού θ.… … Dictionary of Greek
ἐπιγονή — increase fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιγοναί — ἐπιγονή increase fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιγονῆς — ἐπιγονή increase fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιγονήν — ἐπιγονή increase fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιγονῶν — ἐπιγονή increase fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ԾՆՈՒՆԴ — (ծնընդեան, դոց.) NBH 1 1022 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 5c, 6c, 7c, 8c, 10c, 12c, 13c, 14c գ. իբր ն. τοκετός, τόκος, τίκτειν , λοχεύεσθαι partus, puerperium, parere, parturire. Ծնանելն զզաւակ՝ մանաւանդ որպէս մայր. յառաջ … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ἐπιγονάς — ἐπιγονά̱ς , ἐπιγονή increase fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)